- γαγγλιεκτομή
- ηη χειρουργική αφαίρεση νευρικού γαγγλίου.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
γαγγλιεκτομή — η χειρουργική επέμβαση με σκοπό την αφαίρεση γάγγλιου … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
γάγγλιο — το (Α γαγγλίον) στρογγυλός ή επιμήκης μικρός όγκος σε ορισμένα σημεία των λεμφαγγείων και των νεύρων αρχ. 1. «ἀπόστημα ἄπονον ὑπὸ λευκῷ και νευρώδει χιτῶνι» απόστημα που δεν προκαλεί πόνο σκεπασμένο με λευκό χιτώνα από νεύρα 2. «νεύρου παρὰ φύσιν … Dictionary of Greek